Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2017

Κάποιες σκέψεις για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και την παρέμβασή μας στη νεολαία

Αφροδίτη Κτενά
ΚΟΒ ΤΕΙ Χαλκίδας

Τα τελευταία χρόνια, τα πανεπιστήμια και ΤΕΙ τελούν υπό διαρκή «μεταρρύθμιση», ώστε αυτά να είναι σε θέση να εξυπηρετήσουν πιο αποτελεσματικά τους στρατηγικούς στόχους της ΕΕ, για μια «οικονομία της γνώσης» με εργαλεία αφενός την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού μέσα από την εκπαίδευση και την κατάρτιση και αφετέρου την εκμετάλλευση ερευνητικών και τεχνολογικών προϊόντων, στο όνομα της καινοτομίας, με το μικρότερο δυνατό κόστος για το κεφάλαιο. Η ευθυγράμμιση των ελληνικών ΑΕΙ με τους στόχους της ΕΕ απαιτεί προσαρμογές ή ανατροπές σε ιδεολογικό, θεσμικό, οικονομικό κι εργασιακό επίπεδο, που στοχεύουν στους φοιτητές, στο επιστημονικό - εκπαιδευτικό - τεχνικό - διοικητικό προσωπικό αλλά και στις δομές.
Δικό μας καθήκον είναι να είμαστε έτοιμοι να παρεμβαίνουμε σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους χώρους. Προτεραιότητά μας είναι η στήριξη και προετοιμασία των φοιτητών μας, ώστε να μπορούν να σταθούν όρθιοι καταρχήν σαν φοιτητές αλλά κι αργότερα σαν εργαζόμενοι. Για να γίνει αυτό, χρειάζεται η οικοδόμηση της κοινωνικής συμμαχίας και στα πανεπιστήμια/ΤΕΙ, στην οποία θα συμμετέχουν τα πιο πρωτοπόρα και ριζοσπαστικά μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, λαμβάνοντας υπόψη ότι:

1. Οι καθηγητές είναι ερευνητές - δάσκαλοι - εργαζόμενοι. Οι τρεις αυτές ιδιότητες δεν έχουν την ίδια βαρύτητα, ούτε ιεραρχούνται το ίδιο από τον καθένα, αλλά η προσέγγισή μας πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τις τρεις για να είναι αποτελεσματική:
α) Με τον ερευνητή θα ανοίξουμε τη συζήτηση για τον ad hoc χαρακτήρα των διαφόρων έργων, την κατασπατάληση πόρων στη διαρκή αναζήτηση χρηματοδότησης, τα κριτήρια αποτίμησης της αξίας ενός έργου ή του ερευνητή, τη διαμόρφωση εργασιακών σχέσεων μέσα από την έρευνα, τον κοινωνικό χαρακτήρα της έρευνας, τα κριτήρια επιλογής ερευνητικών περιοχών, το γιατί είναι αντιεπιστημονικό ο επιστήμονας να ασχολείται μόνο με την επιστήμη του, τη σημασία που έχει εν τέλει να θέσει ο ερευνητής τις γνώσεις του στην υπηρεσία όχι απλά και αόριστα του κοινωνικού συνόλου, αλλά συγκεκριμένα αυτών που παράγουν τον κοινωνικό πλούτο. Να τον καλέσουμε να σχεδιάσουμε μαζί τρόπους διεκδίκησης κι αξιοποίησης κονδυλίων και να προτείνουμε έργα με κριτήριο τις κοινωνικές ανάγκες, που θα σμιλεύουν το σώμα της γνώσης, κόντρα στις κυρίαρχες αγοραίες αντιλήψεις για την καινοτομία, την εξωστρέφεια, το ρόλο του ερευνητή και της έρευνας.
β) Με τον δάσκαλο πρέπει να αναδείξουμε τη μεγάλη επιρροή που έχει πάνω στους φοιτητές και άρα τη μεγάλη ευθύνη του να τους οδηγεί με ασφάλεια στα δαιδαλώδη μονοπάτια της γνώσης, να τους μαθαίνει να τα ιχνηλατούν, να τους βοηθάει να απεγκλωβιστούν από τα πλοκάμια του συστήματος που τους θέλει σύγχρονους σκλάβους, «ανταγωνιστικούς» και αναλώσιμους. Να τον καλέσουμε να συζητάει με τους φοιτητές θέματα της επικαιρότητας μέσα στην τάξη, να αποκαλύπτει τον ύπουλο ρόλο του ατομικού δρόμου, να προστατεύει τη γνώση και να θωρακίζει τα μυαλά των φοιτητών απέναντι σε αντιεπιστημονικές κι αντιδραστικές θεωρίες.
γ) Στον εργαζόμενο πρέπει να αποκαλύπτουμε τον πραγματικό χαρακτήρα των οικονομικών σχέσεων μέσα κι έξω από τα ΑΕΙ, τι εξυπηρετεί η πληθώρα των εργασιακών σχέσεων, τι σημαίνει αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας στο Πανεπιστήμιο, την αιτία για την ανεπάρκεια μέσων και πόρων για αξιοπρεπή εργασία και να του υπενθυμίζουμε ότι πρέπει να αποτελεί πρότυπο για τους φοιτητές του και ως εργαζόμενος.
Στην προσέγγισή μας δεν πρέπει να κατατάσσουμε όλους τους καθηγητές στην «εργατική αριστοκρατία», δεν έχουν όλοι οι καθηγητές έσοδα από επιχειρήσεις κι έργα, δεν είναι όλοι αυτοβούλως και φανατικά στην υπηρεσία του κεφαλαίου. Είναι λάθος να τους χαρίζουμε a priori και συλλήβδην στον αντίπαλο, γιατί χρειαζόμαστε συμμάχους για τον απεγκλωβισμό της νεολαίας και επιστήμονες που θα υπηρετήσουν την εργατική εξουσία.
2. Οι φοιτητές είναι μαθητές, συχνά εργαζόμενοι, αλλά και μελλοντικοί επιστήμονες /εργαζόμενοι.
Ενα σοβαρό πρόβλημα της εκπαίδευσης σήμερα σε όλον τον ανεπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο είναι η αποξένωση των μαθητών όλων των βαθμίδων από το εκπαιδευτικό σύστημα και η χρηστική αντιμετώπισή του σαν αναγκαίο στάδιο στην πορεία προς την ενηλικίωση. Οι αιτίες είναι πολλές και η παρέμβασή μας δεν πρέπει να εξαντλείται στα προφανή, π.χ. η μη συμμετοχή των φοιτητών δεν είναι μόνο απότοκη της απαξίωσης των φοιτητικών συλλόγων, η χρησιμοθηρία κι ο ατομισμός δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της διαφθοράς καθηγητών και φοιτητικών παρατάξεων, η αδιαφορία για τη γνώση δεν οφείλεται μόνο σε κακά προγράμματα σπουδών ή κακούς καθηγητές. Εχει ιδιαίτερη σημασία οι φοιτητές που συσπειρώνονται με την ΚΝΕ να είναι πρωτοπόροι μέσα κι έξω από την τάξη, να συμμετέχουν στην εκπαιδευτική διαδικασία, για να εξειδικεύουν στοχευμένα τις θέσεις μας μέσα από ζητήματα τόσο της φοιτητικής καθημερινότητας όσο και της επιστήμης /εργασίας τους. Είναι λάθος η αμφισβήτηση του αστικού εκπαιδευτικού συστήματος να οδηγεί στην αμφισβήτηση της αξίας της γνώσης που έχει κατακτήσει ο άνθρωπος μέσα από την εργασία του.
Εν κατακλείδι, πρέπει να ρίξουμε μεγάλο βάρος στην καλλιέργεια ηθικού αναστήματος και ταξικής συνείδησης στους φοιτητές. Επίσης, να εξετάσουμε πώς μπορεί να βοηθήσει το ΠΑΜΕ για τη σύνδεση - παρέμβασή μας με χώρους δουλειάς, καθώς και για την παρέμβασή μας στους εργαζόμενους φοιτητές που συχνά δεν έχουν την πολυτέλεια να συμμετέχουν στις φοιτητικές διεργασίες.
3. Η πρότασή μας για την Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση απαιτεί περαιτέρω επεξεργασία, για να περιλάβει τα καινούρια δεδομένα κι εξελίξεις, όπως ο ενιαίος χώρος εκπαίδευσης - έρευνας, η «μάθηση στο χώρο της εργασίας» σε δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια, ή η άτυπη μάθηση, και να απαντήσει σε ιδεολογήματα όπως η «ενηλικίωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης» ή η εξατομικευμένη καμπύλη μάθησης. Πρέπει να αναλυθεί η ιστορική εξέλιξη, ο ρόλος, το θεσμικό πλαίσιο, η στελέχωση και η δομή της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και της Ερευνας στην Ελλάδα. Πρέπει να απαντάμε πολύ συγκεκριμένα σε ζητήματα όπως α) η ανάγκη για αλλαγές στο σημερινό Πανεπιστήμιο και ο αστικός εκσυγχρονισμός του, β) οι απαιτήσεις και ο σχεδιασμός σύγχρονων προγραμμάτων σπουδών, γ) η αριστεία ως έννοια και ως εργαλείο, δ) η διεθνοποίηση και η εξωστρέφεια ως εργαλείο πολιτισμικής επιβολής, εκμετάλλευσης πόρων τρίτων χωρών και εμπορευματοποίησης της Παιδείας, ε) η ανταγωνιστικότητα πτυχίων και πτυχιούχων, στ) η επιχειρηματικότητα σε μια οικονομία που κυριαρχεί και επεκτείνεται η μισθωτή εργασία.
Τέλος, ενόψει και των 100 χρόνων από την Οχτωβριανή Επανάσταση, πρέπει να αναλυθεί η πείρα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην ΕΣΣΔ (και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες), με έμφαση όχι μόνο στα επιτεύγματά του, αλλά και στη δομή, τη στελέχωση, τις προκλήσεις και τα εμπόδια στην ανάπτυξή του.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου