Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2017

Για το ζήτημα των στελεχών

Μηνάς Αντύπας
ΚΟΒ Γ΄- Δ΄ Διαμερίσματος Πειραιά

Στις Θέσεις θίγεται το ζήτημα των στελεχών, και μάλιστα των σχετικά νεότερων από πλευράς κομματικής και φυσικής ηλικίας. Σε σχέση με το παρελθόν, η διάλυση των εργασιακών σχέσεων, η μη ύπαρξη μαζικών εργατικών αγώνων, αλλά και το ασφυκτικό πλαίσιο που δημιουργεί η παρέμβαση της αστικής τάξης, επιδρούν στη μη γρήγορη απόκτηση κοινωνικής πείρας από τα νεότερα μέλη και στελέχη του Κόμματος. Ταυτόχρονα τα δύσκολα ωράρια, η δημιουργία οικογένειας, η έλλειψη χρημάτων, η ανασφάλεια, είναι παράγοντες που επιδρούν αποφασιστικά σε όλο το Κόμμα, προφανώς και στα στελέχη. Πέρα όμως από τις δυσκολίες της ζωής που μεγαλώνουν, το Κόμμα μας δρα σε συνθήκες σχετικά πρωτότυπες - διαφορετικές από οποιαδήποτε άλλη εποχή στην ιστορική διαδρομή του. Η υποχώρηση του κομμουνιστικού και του εργατικού κινήματος, η απογοήτευση των εργατικών μαζών, η απαξίωση της γνώσης, αλλά και γενικότερα η πρωτοφανής ιδεολογική και πολιτιστική παρακμή, έχουν διαμορφώσει συνθήκες όπου το κομμουνιστικό κίνημα οφείλει να δείξει αντοχή και, πολύ περισσότερο, να διαμορφώσει τις συνθήκες εκείνες που θα κάνουν εφικτή τη νέα επαναστατική άνοδο.

Τα στελέχη του Κόμματος οφείλουν, λοιπόν, να βλέπουν τη δράση τους όχι μόνο από τη σκοπιά του σήμερα, αλλά σφαιρικά, στο πώς η δράση στο παρόν εξυπηρετεί το μη διαμορφωμένο ακόμα μέλλον. Το στέλεχος του Κόμματος απαιτείται να βλέπει τον εαυτό του από τη σκοπιά ενός καθοδηγητή μαζών στο σύστημα εργατική εξουσία - Κόμμα - κράτος του μέλλοντος. Οπως έδειξε η ιστορική πείρα, στην εποχή της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όπου η επαναστατική πράξη έχει ένα σχετικό προβάδισμα και τροφοδοτεί την ίδια την ανάπτυξη της θεωρίας, από ένα σημείο και μετά, υπήρξε - με εξαιρέσεις - θεωρητική στασιμότητα. Σήμερα, λοιπόν, απαιτείται μεγαλύτερη προσπάθεια στον εμπλουτισμό και τη συνεχή ανάπτυξη της επαναστατικής θεωρίας. Το κομματικό στέλεχος πρέπει στο σήμερα να διαθέτει την ικανότητα να διαμορφώνει πρωτότυπη σκέψη, σε κάθε βήμα και στιγμή της ταξικής πάλης, προκειμένου να αντεπεξέλθει το Κόμμα στα σύνθετα καθήκοντά του.
Φυσικά τίθεται ως προαπαιτούμενο η αντοχή και πρωτοπόρα στάση του στελέχους στην εργασία και τις δυσκολίες που παρουσιάζονται στην προσωπική του ζωή. Βασικό στοιχείο είναι, όμως, και η ικανότητα αφομοίωσης και δημιουργικής εφαρμογής, από μέρους του στελέχους, της θεωρίας μας, του μαρξισμού - λενινισμού. Το Πρόγραμμα είναι ο άξονας της δουλειάς μας και υλοποιείται, όσο καλύτερα κατανοείται. Ωστόσο από μόνο του δεν αρκεί. Αν δεν κάνουμε συνεχή και κοπιώδη προσπάθεια να εμβαθύνουμε στη θεωρία μας, προκειμένου να κρίνουμε κάθε στιγμή τις ανάγκες και τις δυνατότητες που αναδεικνύει η ταξική πάλη, δεν θα πάμε μακριά.
Χρειάζονται από την άλλη επαγρύπνηση και φροντίδα, ώστε να αποφεύγονται ή, τουλάχιστον, να διορθώνονται σε μια πορεία, ορισμένες αρνητικές πλευρές. Η μονοτονία, το ρουτίνιασμα, είναι τέτοιες πλευρές. Ο διοικητισμός, ένας κάποιος συγκεντρωτισμός είναι μια άλλη πλευρά, που οδηγεί σε ένα πνίξιμο της πρωτοβουλίας των κομματικών μελών. Η ξερολίαση που υπάρχει ορισμένες φορές από μεριάς κάποιων στελεχών, είναι ένα εμπόδιο, όσον αφορά τον εφησυχασμό που δημιουργείται «κάτω», το κατά πόσο ή όχι προκαλείται στον σύντροφο η περιέργεια να ψάξει, να διαβάσει τον «Ριζοσπάστη», το μαρξιστικό βιβλίο. Χρειάζονται ακόμα από μεριάς του στελέχους η υπομονή, η καλή συμπεριφορά, η έγνοια για τον σύντροφό του, για τυχόν προβλήματα που έχει στην οικογένεια, για το τι αντιμετωπίζει στην εργασία του και όχι η απαξίωση τέτοιων ζητημάτων στο όνομα του «να βγει η δουλειά». Ο Βάρναλης συμβούλευε σχετικά: «...εξόν από την ικανότητα του να καταλαβαίνει κανείς την πραγματικότητα, χρειάζεται και χαρακτήρας!»
Αυτό που πρέπει όσο γίνεται να αποφεύγεται, είναι να γίνεται «εύκολη» η σκέψη. Το Κόμμα έκανε μεγάλη, δύσκολη προσπάθεια για να φτάσει σε μια σειρά συμπεράσματα και επεξεργασίες. Η ΚΕ λοιπόν έχει ευθύνη, όσον αφορά τα νεότερα στελέχη, ώστε να διαπαιδαγωγηθούν, όχι μόνο στην εφαρμογή του Προγράμματος, αλλά και στη μεθοδολογία σκέψης της αυτές τις δεκαετίες, το ποιες εμπειρίες υπήρξαν, το πόσο κοπιώδης είναι η προσπάθεια για την επεξεργασία στρατηγικής. Δε χωρά καμία επανάπαυση, από τους νεότερους τουλάχιστον, ώστε, άθελά μας, να ερμηνεύουμε τις επεξεργασίες της ΚΕ σαν «απόλυτη», με μεταφυσικούς όρους, σύλληψη, ότι έτσι είναι και τίποτα άλλο δεν υπάρχει. Αντίθετα πρέπει να σκεφτόμαστε τους όρους και την ιστορική πείρα που έχει διαμορφωθεί, ώστε να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα, να επεξεργαστούμε νέα στρατηγική, να δούμε με κριτικό μάτι και την απόσταση του χρόνου επεξεργασίες άλλων εποχών, κάτω από τις οποίες πάλεψαν δεκάδες κομμουνιστών. Και αυτό δεν έχει σχέση ούτε με την απόρριψη περιόδων, ούτε με τη λαθολογία.
Τα ζητήματα που τίθενται από τις Θέσεις, όσον αφορά τα στελέχη, δημιουργούν και τους στόχους. Η αναγκαία ανάδειξη στελεχών από την εργατική τάξη, όρος απαράβατος για το Κόμμα, όπως και η αξιοποίηση επιστημόνων και καλλιτεχνών - μελών του Κόμματος, προϋποθέτουν ακριβώς την υπέρβαση κάποιων μονομερειών, που θίγονται στις Θέσεις. Θα μπορούσαμε να πούμε, χοντροκομμένα ίσως, ότι πρόκειται για ζητήματα που απορρέουν από τον «εργατισμό» και τον «διανοουμενισμό». Ετσι θα δούμε από στελέχη εργατικής καταγωγής να υπάρχει μια σχετική υποτίμηση κομματικών μελών που ασχολούνται με την Επιστήμη, τον Πολιτισμό ή είναι μικροαστικής καταγωγής. Πρόκειται για ζητήματα που αποκαλύπτουν, ίσως, μια στατική θεώρηση, καταρχάς για τη σημερινή εργατική τάξη (πτυχιούχοι, επιστημονική ειδίκευση κ.λπ.), από την άλλη μια «επιλεκτική» αποσιώπηση ζητημάτων, που η σημασία τους έχει επισημανθεί πολλάκις από το Κόμμα. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Πολιτισμός, όπου ενώ οι Θέσεις υπογραμμίζουν τη θετική συμβολή του Κόμματος κεντρικά, υποτιμάται η σχέση των κομματικών μελών με τον Πολιτισμό σαν ζήτημα καθημερινής ζωής, όχι παρακολούθησης μιας - δυο εκδηλώσεων. Από την άλλη, σύντροφοι μικροαστικής καταγωγής ή που ασχολούνται με την επιστήμη τους, λόγω των όρων ζωής, σπουδών και δουλειάς τους, μπορεί να οδηγηθούν σε μονοπάτια επικίνδυνα, όπως η απόσπαση από τη μαζική δράση ή η απαξίωση της εργατικής τάξης. Αφετέρου, η επισήμανση σωστών πλευρών και αδυναμιών από τη μεριά τους, όπως και μια σχετική αδυναμία να λύνονται αυτά που επισημαίνουν, μπορεί να οδηγήσει σε μία απογοήτευσή τους ή στην υπερεκτίμηση των ικανοτήτων τους, την παραγνώριση των δυσκολιών να λυθούν, σε επίπεδο Κόμματος, αυτές οι αδυναμίες.
Καταθέτοντας αυτές τις σκέψεις, με επίγνωση των δυσκολιών στην επίλυση των αδυναμιών, αλλά με απαίτηση να μη βολευόμαστε, να σκεφτόμαστε συνεχώς, και να προχωράμε στην υλοποίηση των καθηκόντων μας, εύχομαι κάθε επιτυχία στο 20ό Συνέδριο.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου