Κυριακή 12 Μαρτίου 2017

Για την «ολοκλήρωση των ακαδημαϊκών χαρακτηριστικών» των ΤΕΙ

Ιωάννης Κανδαράκης
ΚΟΒ ΤΕΙ Αθήνας

Τα ΤΕΙ είναι ιδρύματα της Ανώτατης Εκπαίδευσης που έχουν συγκλίνουσα πορεία εξέλιξης με τα Πανεπιστήμια. Με χρονική διαφορά μερικών δεκαετιών, η εξέλιξη των ΤΕΙ έχει ομοιότητες, αλλά και διαφορές, σε σχέση με την αντίστοιχη πορεία ιδρυμάτων που σήμερα έχουν εξελιχθεί σε πανεπιστημιακά.
Οι απόφοιτοι των ΤΕΙ, που συνήθως χαρακτηρίζονται ως «Τεχνολόγοι» (π.χ. Τεχνολόγοι Μηχανικοί, Τεχνολόγοι Υγείας), καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα ειδικοτήτων και επαγγελματικών κατευθύνσεων.
Η εξέλιξη αυτών των ειδικοτήτων έχει προέλθει ιστορικά από πολλές και διαφορετικές παραδόσεις, όπως η μεγάλη και ταχεία διεύρυνση των δραστηριοτήτων πολλών επιστημονικών επαγγελμάτων, που δημιούργησε την ανάγκη για νέες, περισσότερο εξειδικευμένες ειδικότητες, η ανάδειξη εντελώς νέων επαγγελμάτων, η μετατροπή σε επάγγελμα διαφόρων ερασιτεχνικών δραστηριοτήτων, η σχετικά ταχεία εισαγωγή μηχανολογικής και ηλεκτρονικής τεχνολογίας σε παραδοσιακά επαγγέλματα.

Πολλές ειδικότητες «Τεχνολόγων» έχουν αντιστοιχηθεί σε περιόδους που η οργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας στις βιομηχανικές κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες απαιτούσε έναν ενδιάμεσο κρίκο μεταξύ χειρωνακτικής και επιστημονικής εργασίας καθώς και μεταξύ εργασίας εκτέλεσης και εργασίας διεύθυνσης.
Τα ΤΕΙ ιδρύθηκαν το 1983 ως ιδρύματα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, διαδεχόμενα τα ΚΑΤΕΕ, ιδρύματα ενταγμένα στη διακριτή τότε βαθμίδα της Ανώτερης Εκπαίδευσης, που ακολουθούσαν ένα πρότυπο οργάνωσης σπουδών που είχε μελετηθεί από αμερικανικό ίδρυμα με χρηματοδότηση από τη Διεθνή Τράπεζα. Τις τελευταίες δεκαετίες τα ΤΕΙ ακολούθησαν μια πορεία θεσμικής αναβάθμισης, π.χ. ένταξη στην Ανώτατη Εκπαίδευση, θεσμοθέτηση της ερευνητικής δραστηριότητας, γενίκευση της τετραετούς φοίτησης, υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα του διδακτικού προσωπικού, αυτοδύναμη διοργάνωση μεταπτυχιακών σπουδών κ.λπ.
Ιδιαίτερα ο αριθμός των μεταπτυχιακών προγραμμάτων παρουσιάζει σήμερα σημαντική αύξηση. Σε σχέση με αυτή την εξέλιξη πρέπει να επισημανθούν τα ακόλουθα:
Τα μεταπτυχιακά δεν οδηγούν σε διδακτορικό και συνεπώς ακρωτηριάζεται η ανάπτυξη της ερευνητικής δραστηριότητας.
Οι μεταπτυχιακές σπουδές συχνά εκφυλίζονται σε προγράμματα συμπλήρωσης προπτυχιακών γνώσεων, που λείπουν από το πρόγραμμα βασικών σπουδών.
Πολλοί πτυχιούχοι προσανατολίζονται στα μεταπτυχιακά κυρίως για να εξασφαλίσουν ένα επιπλέον «ανταγωνιστικό χαρτί» στην «αγορά εργασίας».
Τα δίδακτρα συνιστούν κίνητρο για έσοδα στα υποχρηματοδοτούμενα ιδρύματα.
Εδώ και αρκετά χρόνια οι συνδικαλιστικοί φορείς και οι διοικήσεις των ΤΕΙ διεκδικούν τη θεσμική τους ολοκλήρωση, ως προς τα ακαδημαϊκά τους χαρακτηριστικά και ζητούν τη δυνατότητα αυτοδύναμης διοργάνωσης διδακτορικών σπουδών.
Σημαντικά εμπόδια στην ανάπτυξη του συνολικού έργου των ιδρυμάτων είναι:
-- Η υποχρηματοδότηση και η αντίστοιχη ανεπάρκεια ή «γήρανση» των υποδομών.
-- Ο πολύ μικρός αριθμός των μελών του διδακτικού προσωπικού σε σχέση με τις τυπικές, αλλά και ουσιαστικές εκπαιδευτικές ανάγκες των ιδρυμάτων.
-- Ο θεσμοθετημένα μεγάλος φόρτος διδακτικού έργου (πολλαπλάσιος των πανεπιστημίων) που συνοδεύεται από πολλά διοικητικά καθήκοντα.
Η συζήτηση για την εκτίμηση του ουσιαστικού ρόλου αυτού του «τεχνολογικού τομέα» της Ανώτατης Εκπαίδευσης στις σημερινές συνθήκες θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τις εξελίξεις στις Επιστήμες και την ενσωμάτωσή τους στην παραγωγική διαδικασία. Σημαντικά στοιχεία αυτών των εξελίξεων είναι:
- Στη σύγχρονη Επιστήμη εξαλείφονται οι αυστηρές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ βασικών και εφαρμοσμένων επιστημών. Η επιστημονική γνώση είναι σύνθετη, διαμορφώνεται και συσσωρεύεται μέσω συνδυασμού πειραματικών, θεωρητικών και τεχνολογικών μεθόδων.
- Δημιουργούνται νέες επιστημονικές κατευθύνσεις μέσα από διαδικασίες σύνδεσης και σύνθεσης διαφορετικών επιστημονικών πεδίων.
- Η αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της επιστημονικής έρευνας στις παραγωγικές διαδικασίες και στην παροχή υπηρεσιών είναι σήμερα ιδιαίτερα άμεση και εντατική.
- Η ραγδαία ενσωμάτωση της επιστημονικής γνώσης στα μέσα και στις διαδικασίες παραγωγής ασκεί συνεχώς όλο και μεγαλύτερη επίδραση στην οργάνωση της ανθρώπινης εργασίας, αλλά και στο χαρακτήρα της εργασίας. Προκαλεί εκτεταμένες ή και ριζικές αλλαγές στις επαγγελματικές ειδικότητες. Γίνεται αναγκαία η επέκταση της εργασίας που απαιτεί υψηλού επιπέδου επιστημονικές γνώσεις και γενικότερα η επέκταση του πεδίου εφαρμογής της πνευματικής εργασίας και της εργασίας δημιουργικού χαρακτήρα. Η εργασία των τεχνολόγων έχει ολοένα και περισσότερο χαρακτήρα ελέγχου και ρύθμισης μηχανισμών και διαδικασιών της παραγωγής και των υπηρεσιών. Απαιτείται όλο και περισσότερο συνειδητή και υπεύθυνη προσέγγιση των προβλημάτων με θεωρητική γνώση, ικανότητα αφαίρεσης, σύνθεσης και αυτοτελούς προσαρμογής σε νέους εξελισσόμενους τομείς και σε εργασιακούς χώρους με πολλαπλές λειτουργίες και σύμφυση διαφορετικών επιστημονικών πεδίων.
Υπ' αυτό το πρίσμα διαφαίνεται ότι δεν είναι πλέον βάσιμος ο διοικητικός διαχωρισμός των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων σε ιδρύματα Τεχνολογίας (ή Εφαρμογών) και σε ιδρύματα πανεπιστημιακού χαρακτήρα.
Η Ανώτατη Εκπαίδευση, στο σύνολό της, πρέπει να εκπληρώνει κοινωνική αποστολή και να διαθέτει το υψηλότερο δυνατό επιστημονικό επίπεδο. Χρειάζεται να είναι ενιαία, με ισότιμα ιδρύματα, που δεν ανταγωνίζονται μεταξύ τους, αλλά συνεργάζονται στην προαγωγή της επιστημονικής γνώσης και δεν υπόκεινται σε αναχρονιστικούς διαχωρισμούς (Πανεπιστημιακού και Τεχνολογικού τομέα). Η επιστημονική γνώση είναι αποτέλεσμα καθολικής εργασίας επιστημόνων διαφορετικών πεδίων.
Ολα τα ΑΕΙ, ανεξαρτήτως ονομασίας, πρέπει να έχουν ολοκληρωμένες ακαδημαϊκές λειτουργίες και θεσμική νομιμοποίηση για απονομή διδακτορικού τίτλου. Να διαμορφώνουν προγράμματα σπουδών με στόχους τη βαθιά, σφαιρική και συγκροτημένη γνώση του επιστημονικού αντικειμένου καθώς και την ικανότητα για ελεύθερη κρίση, πνευματική αυτονομία, αυτοτέλεια και δημιουργικότητα των αποφοίτων.
Βέβαια, η Επιστήμη, ως παραγωγική δύναμη, συνδέεται όλο και περισσότερο με τους κατόχους των παραγωγικών δυνάμεων. Οι όποιοι σχεδιασμοί για μετεξέλιξη συνολικά της Ανώτατης Εκπαίδευσης εντάσσονται σε ένα πλαίσιο που επιβάλλουν οι κατευθύνσεις της ΕΕ και έχουν ως στόχο την εξυπηρέτηση μιας οικονομικής ανάπτυξης με μοχλό την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, που απαιτούν εργαζόμενους (πτυχιούχους ή όχι) σε καθεστώς εργασιακής ευελιξίας, χαμηλών απαιτήσεων και πλήρους υποταγής ως προς τα εργασιακά και τα συνδικαλιστικά τους δικαιώματα. Τα επιστημονικά πεδία και αντικείμενα, που θα υπηρετούνται από τα προγράμματα σπουδών, θα προσανατολίζονται προς αυτό το στόχο ή και θα ορίζονται από αυτόν. Το κοινωνικό όφελος και οι πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας μένουν εκτός σχεδιασμού. Τα ίδια τα ιδρύματα μετεξελίσσονται σε κέντρα επιχειρηματικής δραστηριότητας που θα υπηρετούν το στόχο της συνεχούς αναζήτησης εσόδων και χρηματοδοτήσεων μέσω πολλών οδών: α) Προσέλκυση διαφόρων κατηγοριών εκπαιδευομένων «πελατών» (μεταπτυχιακών με δίδακτρα, ακροατών «διά βίου» σεμιναρίων με «ταρίφα ανά κεφαλή» κ.λπ.), β) προσέλκυση χορηγών και επιχειρηματικών συνεργατών για ημερίδες και συνέδρια, γ) πακέτα ψηφιακών μαθημάτων προς εμπορική διακίνηση καθώς και δ) συνεχές κυνηγητό «ανταγωνιστικών» ερευνητικών προγραμμάτων, συχνά με καθοριστική συμμετοχή των επιχειρηματικών ενδιαφερόντων, στα οποία θα εργάζονται νέοι επιστήμονες (υποψήφιοι διδάκτορες, μεταδιδάκτορες, «πανεπιστημιακοί υπότροφοι» κ.λπ.) σε συνθήκες οικονομικής και εργασιακής εξαθλίωσης. Για την πλειονότητα των πτυχιούχων προδιαγράφεται ο ρόλος του χαμηλού κόστους «ευέλικτου» δυναμικού.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου