Τρίτη 14 Μαρτίου 2017

Αλληλεγγύη, αγωνιστικοί δεσμοί και αυτοκριτική

Γιάννης Κοσμαράς
ΚΟΒ Υπηρεσιών-Τραπεζών, Θεσσαλονίκη

Το να γράφουμε διθυράμβους και να ευλογούμε τα γένια μας είναι σπατάλη χαρτιού και μελάνης. Το ηθικό μας δεν είναι στα καλύτερά του με τόση δυστυχία που υπομένουμε οι ίδιοι, που βλέπουμε δίπλα μας και που βιώνουν οι άνθρωποι στους απανταχού πολέμους. Γιατί στον άλλο πόλεμο, τον ταξικό, χάνουμε, τόσο στη χώρα μας, όσο και παγκοσμίως. Για τα 100 του χρόνια, το Κόμμα έθεσε βασικό καθήκον «να πετύχουμε άλμα στην κομματική οικοδόμηση και στην ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ και πολιτική του ισχυροποίηση»-69. Γι' αυτή την ιδεολογική ισχυροποίηση μελέτησα για πρώτη φορά τις Θέσεις του Κόμματος και αφιέρωσα πολλές ώρες σκέψης, ένα απλό - όλα τα χρόνια συνεπέστατος στην κάλπη ωστόσο - κύτταρο του ιστορικού μας ΚΚΕ.
Για την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία (36):

«....το αστικό πολιτικό σύστημα διαθέτει ακόμα δυνατότητες να κλείνει ρωγμές, στο βαθμό που το κίνημα δεν το απειλεί με την οργάνωσή του, τη μαζικότητά του και την κατεύθυνση της πάλης του». Και το σύστημα εμφανίζει σε περιόδους κρίσης ουκ ολίγες ρωγμές: Στρατιές ανέργων, πτωχών υποαμειβόμενων εργαζομένων, καραβάνια εξαναγκασμένων μεταναστευτικών ροών... Οι Θέσεις καταγγέλλουν τη συμπαιγνία της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας που καλείται να πασαλείψει αυτές τις ρωγμές. Παρόλο όμως που αναγνωρίζουν την ύπαρξη «λαϊκής αλληλεγγύης και γνήσιας εθελοντικής προσφοράς», δεν προτείνουν τις οργανωτικές εκείνες δομές μέσω των οποίων θα εκδηλωθεί αυτή η αλληλεγγύη και προσφορά. Οι επιτροπές αλληλεγγύης, την ίδρυση των οποίων εξήγγειλε το Κόμμα (ή το ΠΑΜΕ;), έμειναν ουσιαστικά σε επίπεδο εξαγγελίας. Ενώ οι συγκεντρώσεις τροφίμων με τη συλλογική παράδοσή τους σε χώρους φιλοξενίας προσφύγων δεν είχαν κανένα πολιτικό αντίκτυπο στο Κόμμα, αφού δεν διαφοροποιούνταν σε τίποτα από αντίστοιχες πρωτοβουλίες και της τελευταίας σχολικής επιτροπής.
Εχουμε εκχωρήσει άκριτα, στο όνομα των περιορισμένων δυνάμεών μας, όλες αυτές τις δράσεις στην εκκλησία, στους αναρχικούς, στους ακροδεξιούς και στους απλούς πολίτες που γίνονται βορά των τριών προηγούμενων. Ξεχνάμε ότι για να μας ακούσει ο πεινασμένος πρέπει πρώτα να γεμίσει το στομάχι του. Οτι, για να πάρουμε τον άνεργο από την απόγνωση και τη Χρυσή Αυγή, θα πρέπει τουλάχιστον πρώτα να νιώσει ότι κατανοούμε το πρόβλημα του, ότι ανθρώπινα τον νοιαζόμαστε, δίνοντάς του και εκείνες τις πολιτικές εξηγήσεις που θα απενοχοποιήσουν τον ίδιο από την ευθύνη της κακιάς του μοίρας. Εχουμε ξεχάσει, μήπως, ότι πριν από τη σκλαβιά «το ΕΑΜ μας έσωσε από την πείνα»;
Στην πάλη για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος (49) διαβάζουμε: «Βασικό κριτήριο της καθοδηγητικής μας δουλειάς πρέπει να είναι η διατήρηση αγωνιστικών δεσμών με όσους και όσες θέλουν να αντισταθούν, ανεξάρτητα από το σημερινό επίπεδο κατανόησης και αποδοχής του συνόλου των θέσεών μας. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει υποχώρηση από το καθήκον της ανάδειξης των πραγματικών αιτιών των προβλημάτων...». Στη θέση των αγωνιστικών δεσμών θα έβαζα κοινωνικών δεσμών. Πρώτον γιατί δεν καταλαβαίνω το περιεχόμενο αυτής της έκφρασης στις αντεπαναστατικές συνθήκες και κλίμα που ζούμε, και δεύτερον γιατί θεωρώ αυτούς τους δεσμούς ως παρεπόμενους των κοινωνικών/ανθρώπινων δεσμών.
Πριν από μέλη ή φίλοι του Κόμματος είμαστε μέλη αυτής της κοινωνίας, μοναδικοί, ωστόσο, με βάση την ιστορία και κατασκευή του εγκεφάλου του ο καθένας μας. Ολοι όμως είμαστε και μέλη κάποιας κοινωνικής ομάδας, που έχει τις δικές της νόρμες και κώδικες λειτουργίας και αξιολόγησης. Ως μέλη αυτών των κοινωνικών ομάδων (χώρος εργασίας, κοινωνικός κύκλος, γειτονιά κτλ.) θα πρέπει να είμαστε πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς. Να επιδιώκουμε την κοινωνική συναναστροφή, πρωτευόντως για να απολαμβάνουμε απλά την ανθρώπινη παρέα. Θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως ...επαναστατική πράξη η συναναστροφή με κάποιον-αν και η ακύρωση του αποκλεισμού και της μοναξιάς, που είναι ενσυνείδητος πολυμηχανεμένος στόχος της αστικής τάξης. Η αποδοχή από το κοντινό μας περιβάλλον και η διατήρηση όσο το δυνατόν πιο στενών ανθρώπινων σχέσεων με τους ανθρώπους του περιβάλλοντος αυτού, αποτελεί την «εκ των ων ουκ άνευ» προϋπόθεση για να έχουμε ανοιχτά αυτιά, που θα μας ακούνε, απέναντί μας, όταν αναδεικνύουμε τα πραγματικά αίτια των κοινών μας προβλημάτων.
Δεν υπάρχει κεφάλαιο στις Θέσεις που να μην εμπεριέχει ένα αρνητικό σχόλιο για τη δουλειά που έχει γίνει ή γίνεται. Π.χ.:
«(το καθήκον αυτό) δεν έχει την ανάλογη προτεραιότητα στην δουλειά μας»-69, «συναντούμε δυσκολίες στην εφαρμογή του καθήκοντος...»-70, «έχουν γίνει ορισμένα βήματα, αλλά παραμένουν σοβαρές καθυστερήσεις»-71, «απαιτείται ένα πιο ολοκληρωμένο, ιδεολογικό, πολιτικό, οργανωτικό σχέδιο παρέμβασης»-72, «δεν έχει ακόμα κατακτηθεί ενιαία αντίληψη για τη σημασία της (τέχνης), ως αναπόσπαστης οργανικής πλευράς της λειτουργίας και δράσης όλου του κόμματος»-73.
Αποκορύφωμα των παραπάνω βρίσκουμε στην «συνολική συνοπτική εκτίμηση της απόδοσης της ΚΕ», όπου ενώ εκτίθεται ο θετικός απολογισμός της (80), στην συνέχεια (81) βρίσκουμε διατυπώσεις όπως «αναντιστοιχία των μεγάλων στόχων της στρατηγικής που έχουμε χαράξει με το επίπεδο της καθοδηγητικής μας δουλειάς», σελ.102, «ο εμπειρισμός, η στενότητα αντιλήψεων, η μονομέρεια, εξακολουθούν να είναι αρνητικά χαρακτηριστικά στην καθημερινή μας δράση», σελ.103. Επίσης, ειδικά για τον «Ριζοσπάστη», «...απέχουμε πολύ ακόμα από την ανάγκη να καθιερωθεί ως καθημερινός οδηγός για δράση. Χρειάζεται να γίνουν ακόμα περισσότερα βήματα, για τη βελτίωση του περιεχομένου του, τη δυνατότητα να δίνει καθημερινά με εύστοχο τρόπο την ιδεολογική-πολιτική διαπάλη, να προβάλλει και να εκλαϊκεύει την πολιτική του Κόμματος...».
Οι περισσότεροι εκλαμβάνουν αυτή τη στάση ως τίμια αυτοκριτική ή/και ως επισημάνσεις με στόχο την περαιτέρω βελτίωση μας. Οταν όμως αυτό το πνεύμα της αυτοκριτικής, ηττοπάθειας, γκρίνιας διαπερνά όλο το κείμενο των Θέσεων, θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν βοηθά στη διαμόρφωση αγωνιστικού πνεύματος στις τάξεις μας. Εχουμε πόλεμο και για κάποιο λόγο απλώνουμε στον ταξικό εχθρό μας όλες τις αδυναμίες μας. Εχουμε πόλεμο μ' έναν εχθρό που έχει όπλα μαζικής καταστροφής/κοινωνικού ελέγχου, όλες τις επιστήμες του ανθρώπου (οργάνωση εργασίας, νευρο-ψυχολογία, μαζική επικοινωνία, κοινωνική μηχανική, φιλοσοφία, κ.λπ.), ενώ εμείς αγωνιζόμαστε με τα ...καριοφίλια της «πρόσωπο με πρόσωπο» συζήτησης. Θλίβομαι όταν βλέπω αγωνιστές-ίστριες να «αυτοκαταγγέλλονται» ως υπεύθυνοι (γιατί δεν μελέτησαν αρκετά ή δεν δούλεψαν περισσότερο), τη στιγμή που αφιερώνουν μέχρι και δώδεκα ώρες το 24ωρο σε κομματικά καθήκοντα. Φοβάμαι μήπως η τόση αυτοκριτική, μεσοπρόθεσμα, «ακυρώσει» το κεφάλαιο γενναιοδωρίας και προσφοράς που διαθέτουμε ως ελληνική κοινωνία.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου